Η απαρχή του αθλητισμού, τοποθετείται χρονικά την απώτερη προϊστορία και ουσιαστικά αποτελεί απόγονο της αδιάκοπης μάχης των μακρινών προγονών μας για επιβίωση αλλά και για άμιλλα μεταγενέστερα. Από τη δημιουργία της πρώτης ανθρώπινης κοινωνίας, αποτέλεσε μια δεύτερη φύση για τον άνθρωπο, ο οποίος χρησιμοποιούσε το τρέξιμο για την αναζήτηση της τροφής του ή για αποφυγή κινδύνου ή το ακόντιο και την πέτρα για διεκδίκηση εδαφών. Ο αθλητισμός λοιπόν γεννήθηκε με τον άνθρωπο, η ίδια η κίνηση, είναι αυτή καθ` εαυτή μια πρώιμη μορφή αθλητισμού. Άλλωστε ετυμολογικά, προέρχεται από τον όρο «άθλος», που σημαίνει ‘’κατόρθωμα’’, ‘’επίτευγμα’’. Αθλητική δραστηριότητα, όπως μας μαρτυρούν γραφές και παραστάσεις, έχουμε ήδη από την 3η χιλιετία π.Χ. σε Μεσοποταμία και Αίγυπτο ενώ από την 2η χιλιετία παρατηρείται στην Μινωική Κρήτη και μερικούς αιώνες αργότερα και στους Μυκηναίους. Μετά από μια σχετική αδράνεια σε αυτόν τομέα, φτάνουμε στην λεγόμενη ‘’αθλητική επανάσταση’’, όπως πολλοί σύγχρονοι ιστορικοί την αποκαλούν, η οποία επεκτάθηκε σε όλες τις περιοχές της Μεσογείου.
Στον Αρχαίο Κόσμο, η παρουσία των θεών σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητας ήταν δεδομένη. Το ίδιο λοιπόν συνέβαινε και με τους αθλητικούς αγώνες στην Αρχαία Ελλάδα, οι οποίοι πάντοτε διεξάγονταν πλησίον των ιερών, δεδομένου ότι κατά την κοσμοθεωρία των προγόνων μας, οι αθλητές οι οποίοι κατάφερναν να διακριθούν στο εκάστοτε αγώνισμα, ήταν ευνοούμενοι και από τους θεούς. Οι πρώτες ενδείξεις λατρείας ανάγονται, αποκλειστικά βάσει ευρημάτων και ανασκαφών, στην Πρωτογεωμετρική Περίοδο, δηλαδή στον 11ο αιώνα π.Χ. Η εμβέλεια τους έλαβε διεθνή δυναμική, από τον 8ο αιώνα π.Χ. μέχρι και τον 4ο αιώνα μ.Χ., είχαν επεκταθεί από τα δυτικά παράλια της Ιβηρικής χερσονήσου μέχρι και τις ανατολικές ακτές του Εύξεινου Πόντου. Τέσσερις από αυτούς έμελλε να γίνουν αρχικά εθνικοί και αργότερα, στα χρόνια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, διεθνείς θεσμοί. Αυτοί ήταν οι εξής : οι αρχαιότεροι αλλά και λαμπρότεροι όλων, οι Ολυμπιακοί, οι οποίοι διεξάγοντα στην Ολυμπία, αποτέλεσαν και την βάση για την εξέλιξή και διεξαγωγή των υπολοίπων και είχαν ως έπαθλο ένα στεφάνι αγριελιάς. Τα Πύθια στους Δελφούς με έπαθλο ένα στεφάνι δάφνης, τα Ίσθμια στην Ισθμία με έπαθλο ένα στεφάνι πεύκου και τα Νέμεα στην Νεμέα με έπαθλο ένα στεφάνι αγριοσέλινου, ήταν όλοι δηλαδή στεφανίτες. Ιδιαίτερης σημασίας ήταν και οι Παναθηναϊκοί με έπαθλο το στεφάνι ελιάς αλλά και βραβεία μεγάλης χρηματικής αξίας, ήταν δηλαδή χρηματίτες. Τελούνταν στην πόλη των Αθηνών κατά την διάρκεια των Παναθηναίων, όμως δεν καταφέραν ποτέ να φτάσουν το κύρος των υπολοίπων. Οι δυο πρώτοι διεξάγονταν ανά τετραετία, ενώ οι επόμενοι δυο ανά διετία, με την οργάνωση τους να εξελίσσεται στην λεγομένη ‘’περίοδο’’, συγκεκριμένη δηλαδή χρονική ακολουθία στην οποία δεν μπορούσε να παρεμβληθεί καμία άλλη αθλητική οργάνωση. Οργανωθήκαν για πρώτη φορά το 776 π.Χ., στην Ολυμπία, η οποία εκτός από εύφορο κομμάτι γης, αποτελούσε και συγκοινωνιακό κόμβο της ευρύτερης περιοχής. Όσον αφορά την αρχιτεκτονική ανάπτυξη, παρατηρούμε πληθώρα δομικών μονάδων όπως: Ιερά και εμβληματικά αγάλματα προς τιμήν των θεών, αναθήματα ολυμπιονικών αλλά και πολεμικά, λουτρά, ξενώνες, στάδια, γυμνάσια και παλαίστρες ως χώρος άσκησης και προετοιμασίας των αθλητών, ιππόδρομοι, πρυτανείο ως χώρος αξιωματούχων, στοές, θέατρα και άλλες κοσμικές. Επιβάλλεται να σημειωθεί ότι ο θεσμός των Αγώνων, λειτούργησε και ως όργανο σφυρηλάτησης της εθνικής ιδέας, όπως έγινε για παράδειγμα με την λεγομένη Περσική απειλή και τους διάφορους στοχαστές οι οποίοι επέλεξαν τα εδάφη διοργάνωσης τους προκειμένου να αφυπνίσουν τους Έλληνες.
Περί αγωνισμάτων μπορούμε να αναφέρουμε τα εξής : ταχύτητας, τους αγώνες δρόμου δηλαδή, όπως ο δόλιχος, το στάδιο, η οπλιτοδρομία και ο ίππειος, οι οποίοι είναι οι αρχαιότεροι αλλά και σημαντικότεροι, δεδομένου ότι συνδέονται άμεσα με τις συνθήκες επιβίωσης μακράν προγενέστερων χρόνων. Σύνθετα, όπως το Πένταθλο, το οποίο αποτελούσαν το άλμα, η δισκοβολία, ο ακοντισμός, ο δρόμος σταδίου και η πάλη. Ελληνικής και μάλιστα ολυμπιακής επινόησης μιας και ανάγονται στο 708 π.Χ., ήταν άκρως απαιτητικό αν αναλογιστούμε ότι συνδύαζε ταχύτητα, δύναμη και αντοχή, για αυτό και εν αντιθέσει με άλλες κατηγορίες, δεν αναφέρονται πολλές διαδοχικές νίκες για τους αθλητές που λάμβαναν μέρος. Βαρέα, η πάλη, η πυγμή (πυγμαχία) και το Παγκράτιο, με το τελευταίο να αποτελεί συνδυασμό των δυο προηγουμένων, έλαβαν την ονομασία τους είτε από την έντονη προπόνηση των συμμετεχόντων είτε από την έντονη σωματοδομή τους. Τα πανάρχαια αλλά και αριστοκρατικά ιππικά αγωνίσματα, οι λεγόμενες ιπποδρομίες και αρματοδρομίες, τα οποία διακρινόταν συναρτήσει του φύλου και την ηλικία των ίππων αλλά και από το είδος των αρμάτων που έσερναν. Κηρύκων ή σαλπιγκτών, οι οποίοι συμμετείχαν σε αγώνες από το 396 π.X. και οι νικητές είχαν προνομιακό ρόλο στο να σαλπίσουν την τέλεσή των αγωνισμάτων.
Με την παρακμή των μεγάλων αρχαίων ελληνικών πόλεων αρχίζει και η παρακμή του αθλητικού πνεύματος. Τα χρηματικά πλέον έπαθλα αυξάνονται για αυτό και σημειώνονται τα πρώτα κρούσματα δωροδοκιών. Στους ρωμαϊκούς χρόνους η έννοια του αθλητικού πνεύματος έχει πια φθαρεί και οι μόνες αθλητικές εκδηλώσεις είναι οι αρματοδρομίες, όπου συχνά ο νικητής έβγαινε με δόλια μέσα, ενώ αγώνες μεταξύ μονομάχων ή μονομάχων με άγρια θηρία, πάντοτε έπρεπε να καταλήξουν σε εξόντωση. Η συνεχιζόμενη παρακμή των Ολυμπιακών αγώνων φθάνει στο αποκορύφωμά της το 394 μ.Χ. Η επισφράγιση του τέλους τους, δίνεται από το διάταγμα του αυτοκράτορα του Βυζαντίου Θεοδόσιου για την κατάργησή τους, με αποτέλεσμα να διεξάγονται μόνο παλαιστικοί αγώνες και ιπποδρομίες.